Η Τζουλιάν Μουρ είναι μια ηθοποιός με τα πόδια στέρεα στη γη. Κάποτε είχε πει πως «όταν ακούω κάποιον να λέει "δεν με ενδιαφέρει η πολιτική", είναι σαν να μου λέει "με ενδιαφέρει μόνο ο εαυτός μου και η μπανιέρα μου"».
Δεν εκπλήσσεται, λοιπόν, κανείς όταν την ακούει να προειδοποιεί πως «αν άνθρωποι σαν τον Μπους επανεκλεγούν, τότε πράγματι κινδυνεύουμε». Αλλωστε και στους ρόλους της ψάχνει, όπως δεν παύει να τονίζει, για την αλήθεια -«το κοινό δεν έρχεται να δει εσένα αλλά τους εαυτούς τους», τονίζει.
Από τις πιο σημαντικές σήμερα ηθοποιούς του Χόλιγουντ -έχει συνεργαστεί με μερικούς από τους πιο γνωστούς σκηνοθέτες, από τον Ρόμπερτ Ολτμαν και τον Γκας Βαν Σαντ μέχρι τον Πολ Τόμας Αντερσον, υποψήφια τέσσερις φορές για το Οσκαρ («Ωρες», «Ο Παράδεισος είναι μακριά» και «Το τέλος μιας σχέσης» και «Boogie Nights»), η Μουρ μπορεί πια να επιλέξει τα δικά της σενάρια, σενάρια που της δίνουν την ευκαιρία να ενσαρκώσει πρόσωπα ολοκληρωμένα που να έχουν μια δόση αλήθειας.
Η ζωή της, βέβαια, δεν ήταν πάντα τόσο εύκολη. Μέχρι τα 18 της έζησε σε 23 διαφορετικά μέρη, επειδή ο πατέρας της ήταν στρατιωτικός γιατρός και η Μουρ, μαζί με τη μητέρα της, τον ακολουθούσαν.
Με υπομονή και επιμονή
Αλλά και στον κινηματογράφο τα πράγματα δεν ήταν εύκολα. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια πριν της δοθεί η ευκαιρία να δείξει την πλατιά γκάμα του ταλέντου της: ξεκινώντας αρχικά από το θέατρο, προχωρώντας για ένα μεγάλο διάστημα στην τηλεόραση -και όχι πάντα στις καλύτερες σειρές- για να φτάσει στη μεγάλη οθόνη, ξεκινώντας από μικρούς ρόλους, ώσπου πρώτα ο Λουί Μαλ στην ταινία του «Ο Βάνια στο Μπρόντγουεϊ» (1994) και στη συνέχεια ο Τοντ Χέινς, στο «Safe» (1995), της έδωσαν την ευκαιρία να δείξει τις μέχρι τότε κρυμμένες ικανότητές της.
Σήμερα, στην ταινία «Περί τυφλότητος», σκηνοθετημένη από τον Φερνάντο Μεϊρέγες («Ο επίμονος κηπουρός», «Η πόλη των ανθρώπων») και, βασισμένη στο γνωστό ομότιτλο, επιστημονικής φαντασίας, μυθιστόρημα του Χοσέ Σαραμάνγκου, η 47χρονη, πάντα ελκυστική, Τζουλιάν, ερμηνεύει, σ' έναν κόσμο όπου έχει τυφλωθεί, το μοναδικό άνθρωπο που δεν έχει χάσει την όρασή του και που βοηθά τους συνανθρώπους της να επιβιώσουν. Η ταινία, με την οποία έκανε επίσημη έναρξη το φεστιβάλ των Κανών, προβάλλεται στο φετινό 21ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου της «Ε». Στις Κάνες, η Μουρ μας μίλησε για το ρόλο και γενικά τη δουλειά της.
Πώς αισθανόσασταν, μόνη που βλέπει, ανάμεσα σε τόσους τυφλούς; Πώς λειτούργησε αυτό στα γυρίσματα, ιδιαίτερα στον κοινό κοιτώνα μ' όλους τους τυφλούς;
Είναι κάτι το ξεχωριστό, σίγουρα, να είσαι ο μόνος που βλέπει. Αν το σκεφτείτε, είναι κάτι το τρομακτικό. Αλλά, στα γυρίσματα, ήταν το κάτι άλλο. Οι υπεύθυνοι των ντεκόρ και γενικά της δημιουργίας του σωστού κλίματος έκαναν βέβαια θαυμάσια δουλειά, έτσι που να μπορούμε να κινούμαστε άνετα. Ο Φερνάντο (Μεϊρέγες) βοηθούσε στο να υπάρχει απόλυτη κατανόηση και αρμονία. Κάναμε αστεία, τρώγαμε όλοι μαζί, αναγκάζεσαι να στηρίζεσαι ο ένας στον άλλο. Είχαμε φτιάξει ένα είδος κοινότητας και περνούσαμε καλά.
Είχατε διαβάσει το βιβλίο πριν πάρετε το σενάριο;
Όχι, αλλά μου άρεσε από την πρώτη στιγμή το σενάριο και αμέσως μετά αναζήτησα το βιβλίο. Δεν παίρνεις συχνά ένα τέτοιο σενάριο και μια τόσο συναρπαστική ιστορία. Και συχνά χρειάζεται να δουλέψεις πάνω σ' αυτά, μαζί με το σκηνοθέτη, να βρεις πράματα που δεν υπάρχουν στο χαρτί για να κάνεις πιο ζωντανό και πειστικό το χαρακτήρα....
Συμβαίνει συχνά αυτό;
Δεν θα το πιστέψετε, αλλά, ναι. Ακόμη και σε ταινίες που μετά προτάθηκα και για κάποιο από τα γνωστά βραβεία...
Τι εκπροσωπεί για σας η ταινία;
Σίγουρα έχει πολλά επίπεδα και φιλοσοφικά και κοινωνιολογικά, όπως λέει και ο Μεϊρέγες. Και σκηνοθετώντας το, σε έκανε να το αισθάνεσαι αυτό. Σε κάνει να βλέπεις κάτι πίσω από την ιστορία, να βλέπεις το άτομο και τις ευθύνες του στην ανθρωπότητα, όπως είναι ακριβώς και ο χαρακτήρας μου. Στην αρχή βέβαια η ηρωίδα αναλαμβάνει ευθύνη μόνο για τον εαυτό της και τον άντρα της, αλλά σταδιακά αρχίζει να αναλαμβάνει και την ευθύνη για τους άλλους και όχι πάντα με ευσπλαχνία ή ανθρωπιά. Χρειάζεται να είναι σκληρή, στυγνή, οι συνθήκες την αναγκάζουν. Ιδιαίτερα όταν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου.
Όταν η κοινωνία έχει πάψει να φέρεται πολιτισμένα. Ταυτόχρονα την ήθελα να μπορεί να περπατάει με σιγουριά πάνω στη γραμμή που χωρίζει την ευθύνη και την ανευθυνότητα. Να ξέρει τι κάνει, γιατί το κάνει και πού τελικά πηγαίνει. Βρίσκεσαι σε ένα σημείο κρίσιμο. Πρέπει να επιλέξεις, η κατάσταση είναι πολύ κρίσιμη.
Χρειάζεται να αποφασίσεις τι έχει αξία για σένα. Κι η απόφασή σου μπορεί να πληγώσει ή να κάνει κακό σε άλλους. Δεν μπορείς να το αποφύγεις. Τελικά, όμως, είναι να ξέρεις ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό. Με λίγα λόγια, είναι να ξέρεις να διαφυλάξεις την αξιοπρέπειά σου.
Η φρίκη στον καθρέφτη
Και πέρσι είχατε γυρίσει μια κάπως παρόμοια ταινία, τα «Παιδιά των ανθρώπων». Τι σας κάνει να πιστεύετε πως τέτοιες ταινίες μπορούν να σε κάνουν να σκεφτείς διαφορετικά;
Κάποιος είχε πει πως οι ταινίες δεν προβλέπουν, αλλά αντανακλούν την κουλτούρα μας, αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Αυτή τη στιγμή συμβαίνουν τόσο φριχτά και απαίσια πράγματα στον κόσμο και ο κινηματογράφος πολύ καλά κάνει που αντανακλά όλα αυτά τα προβλήματα.
Αλλάξατε και το χρώμα των μαλλιών σας για την ταινία...
Έχω κόκκινα μαλλιά και πάντα στις ταινίες μου κρατάω το χρώμα. Όμως αυτή τη φορά αποφάσισα να τα βάψω ξανθά, γιατί αισθάνθηκα πως ήταν το πιο κατάλληλο χρώμα για το ρόλο. Οταν άρχισαν να τα φωτίζουν σ' αυτή την ατμόσφαιρα, είδα πως το ξανθό ταίριαζε στην ατμόσφαιρα. Το κόκκινο ήταν πολύ δυνατό. Πάντως, δεν το έκανα για να εντυπωσιάσω τον άντρα μου... (γελά).