Και οι πιο στιλιζαρισμένες ταινίες κάποια στιγμή ντοκιμαντέρ φαίνονται

kai-oi-pio-stilizarismenes-tainies-kapoia-stigmi-ntokimanter-fainontai

Ο Αθανάσιος Καρανικόλας τράβηξε την προσοχή του Ινστιτούτου Γκέτε με τη μικρού μήκους ταινία του «S». Με αυτή την τολμηρή περιήγηση στα σύμβολα της κακοποίησης του σώματος, όπου η μοναξιά και η ανάγκη για τρυφερότητα ανακατεύονται με τα τατουάζ, τα στεροειδή με τον Σούμπερτ, και το παράδοξο με το αισθητικό σοκ συμπεριλήφθηκε στο φεστιβάλ «Gender» (Bios, 30 Μαρτίου - 6 Απριλίου). Είναι μια εβδομάδα δράσεων, στην οποία μέσα από performance art, σύγχρονο χορό, συναυλίες, dj sets, video clips και κινηματογραφικές ταινίες διερευνάται η υπόθεση του κοινωνικά προσδιορισμένου φύλου.

Όμως το Γκέτε κάλεσε τον Καρανικόλα να παρουσιάσει στην Αθήνα και το σύνολο του έργου του, στις 29 και 30 Μαρτίου στο χώρο του Bios. Οι 6 ταινίες του, από το προκλητικά σάρκινο «S» (2002, 12' 25'') μέχρι το μινιμαλιστικό και υπέροχα ποιητικό «Ο λυτρωτής μου» (2002, 14' 40''), αποκαλύπτουν μια ξεχωριστή κινηματογραφική ματιά. Ο Καρανικόλας διατηρεί γοητευτικά μια ντοκιμαντερίστικη απόσταση, χωρίς να χάνει την επαφή του με το θέμα. Ακόμα και στο «Ελλη Μάκρα, 42277 Βούπερταλ» (2007) μια ταινία μυθοπλασίας (τη μόνη μεγάλου μήκους του), που παίχτηκε στο τελευταίο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, υπάρχει στην κινηματογράφηση η αίσθηση του ντοκιμαντέρ. Οταν τον ρωτάμε βέβαια αρνείται πως βρίσκει το ντοκιμαντέρ γοητευτικότερο της μυθοπλασίας...

Έχω κάνει και θα κάνω και τα δύο είδη. Στο συγκεκριμένο θέμα η επιλογή ήταν πολύ συνειδητή, γιατί αφορούσε μια πολύ ζωντανή ομάδα ανθρώπων και ήταν βασισμένο την πραγματικότητά τους, οπότε δεν ήθελα να επέμβω με τρόπο εξωτερικό. Ηταν και ερασιτέχνες οι ηθοποιοί που διάλεξα, ντόπιοι, πίστεψα πως έτσι θα δικαίωνα πιο πολύ την ιστορία.

Δεν διατηρείτε μια συγκεκριμένη αναλογία ανάμεσα στο ρεαλισμό και τη μυθοπλασία;

Πιστεύω πως σε όλο τον κινηματογράφο υπάρχει μια δόση ντοκιμαντέρ. Ακόμα και τα πιο στιλιζαρισμένα πράγματα κάποια στιγμή, όταν έρθει ο χρόνος, ο θεατής θα τα διαβάσει σαν ντοκουμέντο μιας συγκεκριμένης εποχής, ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής και μιας συγκεκριμένης αισθητικής, απόρροιας της εποχής. Υπάρχουν ας πούμε στο Χόλιγουντ του '50 και του '60 στοιχεία ντοκιμαντέρ, γιατί βλέπεις πώς ήταν η ζωή τότε.

Λειτουργεί αυτή η αισθητική και σαν σχόλιο, όπως στο «Ο λυτρωτής μου»;

Εκεί ήταν τελείως διαφορετική δουλειά. Η τέλεια απομόνωση, το λευκό, το ότι δεν υπήρχαν καθόλου εξωτερικά γυρίσματα ήταν καθαρά επιλογή που έχει να κάνει πάλι με το θέμα. Κάθε θέμα σού δείχνει τον δικό του τρόπο. Δεν θα 'θελα να αναπαράγω τον εαυτό μου.

Πως θα περιγράφατε το κινηματογραφικό σας στιλ;

Είναι πολύ νωρίς να κάνω κάτι τέτοιο με μόνο 10 μικρού μήκους και μια μεγάλου. Θεματικά μπορεί κανείς να το προσεγγίσει μόνο, νομίζω. Τα θέματα που με αφορούν τα διατρέχει ένα κοινό νήμα. Υπάρχει πάντα αυτή η έντονη επιθυμία για επαφή, για τρυφερότητα, για σχέσεις που δουλεύουν ή δεν δουλεύουν, η προσπάθεια να χωρέσουν οι άνθρωποι σε έναν χώρο. Να βρεθούν κάποιες ανάγκες μαζί και να εκπληρωθούν.

Πότε μια ταινία έχει πετύχει το σκοπό της;

Όταν τη δω στο τέλος και έχω την αίσθηση πως φέρθηκα με συνέπεια στο θέμα. Να μην αναγνωρίζω εκπτώσεις για να βγάλω λίγο γέλιο. Να μη βάλω λίγη μουσική προκειμένου να αντιδράσει ο θεατής με έναν τρόπο. Οχι, εγώ παίρνω τις αποφάσεις μου με στόχο να είναι η ταινία σφικτή και δομημένη. Κι όταν αυτό το αναγνωρίσω στο τέλος, είμαι ευχαριστημένος.

Η μεγαλύτερη δυσκολία σε αυτή τη διαδικασία;

Η αντίσταση στους εξωτερικούς πειρασμούς που πάντα υπάρχουν, που θέλουν να επιβάλουν κάτι άλλο. Γράφεις, για παράδειγμα, ένα σενάριο και ο παραγωγός θέλει να βάλεις κάποιο έξτρα στοιχείο... λίγο μελόδραμα... Αλλοι αυτό το κάνουν με μεγάλη επιτυχία. Σε φέρνει όμως αντιμέτωπο με τις αποφάσεις σου. Θυμάμαι όταν κάναμε το κάστινγκ στην "Ελλη", που η παραγωγή έλεγε να βρούμε μια πολύ όμορφη... μια αδερφή όχι τόσο χοντρή... να δείξουμε το τρενάκι του Βούπερταλ που είναι γνωστό... Προσπαθώ να αντιστέκομαι και να μένω πιστός στο αρχική εικόνα μου.

Φαντάζομαι κάτι ιδιαίτερα δύσκολο με το προκλητικό «S»...

Μεγάλο πρόβλημα, γιατί χρηματοδοτήθηκε από δύο πολύ διαφορετικά κανάλια. Θυμάμαι στην πρώτη προβολή τις αντιδράσεις των εκπροσώπων από τη μία του γνωστού γαλλογερμανικού για την πειραματική του διάθεση και για την ελευθερία του καναλιού (ARTE) και από την άλλη τού αρκετά συντηρητικού τοπικού καναλιού της Γερμανίας. Οι μεν είπαν "αυτό είναι ένα ποίημα και πρέπει να μείνει όπως είναι" και οι δε "τώρα έχω φάει ένα χαστούκι, γιατί δεν έχω καταλάβει τίποτε και με προσβάλλει αυτή η ταινία". Εχει τύχει να τη δείξω σε φεστιβάλ και να είναι η μισή αίθουσα παγωμένη και η άλλη να χειροκροτάει.

Οι περισσότεροι, όμως, δεν τάσσονται με την πλευρά που τους χειροκροτά;

Σίγουρα κολακεύει τον εγωισμό μας το χειροκρότημα. Αν κάνεις μπεστ σέλερ -χωρίς να θέλω να ακουστώ υπερόπτης- θα έχεις το γούστο τής μάζας που είναι λίγο "ακίνδυνο". Γι' αυτό και πρέπει να το γαργαλάμε, να το τσιγκλάμε για να δουν και κάτι άλλο. Που πιθανά στην αρχή να τους ενοχλήσει, αλλά σίγουρα θα τους κινήσει την περιέργεια.