Απλωμένη σαν όνειρο στις δύο πλευρές του Βοσπόρου και σφιχταγκαλιάζοντας τον Κεράτιο κόλπο, η Κωνσταντινούπολη είναι μια μαγική πόλη, αληθινό σταυροδρόμι ανθρώπων και πολιτισμών. Αυτό που αντικρίζει ο ταξιδιώτης καθώς το τρένο πλησιάζει προς την πόλη είναι γοητευτικό.
Οι αισθήσεις βρίσκονται σε εγρήγορση, τα μάτια γεμίζουν εικόνες, γειτονιές, αυτοκίνητα, πολυκατοικίες, τζαμιά, η θάλασσα. Ο ρυθμικός ήχος του τρένου γίνεται όλο και πιο αργός καθώς η αμαξοστοιχία «Φιλία» πλησιάζει στο σταθμό του Σίρκετζι, που είναι το σημείο που ενώνει την Κωνσταντινούπολη με την Ευρώπη.
Στη σκιά της Αγκάθα Κρίστι
Το ταξίδι διαρκεί περίπου 14 ώρες, αν και αρχικά η δρομολόγηση της συγκεκριμένης αμαξοστοιχίας έγινε με σκοπό η απόσταση Θεσσαλονίκη-Κωνσταντινούπολη να διαρκεί 11,5 ώρες. Ο ταξιτζής φαίνεται έχει όρεξη για κουβέντα. «Γιουνάν;» (Έλληνας), ρωτάει και στην καταφατική απάντηση σκάει ένα χαμόγελο που ομορφαίνει ακόμη περισσότερο το πρωινό. Ξεκινάμε για το ξενοδοχείο και το ταξί κάνει διάφορα ριψοκίνδυνα σλάλομ ανάμεσα στα πολλά αυτοκίνητα.
Περνάμε τη γέφυρα Ατατούρκ που ενώνει τις δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου και ανηφορίζουμε σπινιάροντας προς το Ταξίμ, την πιο κοσμοπολίτικη περιοχή της Πόλης. Ούτε που κατάλαβα πότε φτάσαμε στο ξενοδοχείο. Και τι ξενοδοχείο! Το ιστορικό «Πέρα Παλλάς», το ξενοδοχείο των διασημοτήτων, αφού εδώ έχουν φιλοξενηθεί κατά καιρούς επιφανείς επισκέπτες, πολιτικοί, καλλιτέχνες κλπ. Μάλιστα, έξω από κάθε δωμάτιο υπάρχουν ταμπελίτσες όπου μπορείς να διαβάσεις ονόματα όπως Γκρέτα Γκάρμπο, Γιόζιπ Μπροζ Τίτο, Μίκης Θεοδωράκης, Λέον Τρότσκι, Μάτα Χάρι, Τζάκι Κένεντι, Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, Κεμάλ Ατατούρκ κλπ. Στο «Πέρα Παλλάς» έχει μείνει πολλές φορές και η διάσημη συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων Αγκάθα Κρίστι, από το 1926 ως το 1932.
Εκεί, μάλιστα, έγραψε και το περίφημο «Έγκλημα στο Όριεντ Εξπρές», εμπνεόμενη πιθανώς από την όλη ατμόσφαιρα, αφού το ξενοδοχείο χτίστηκε από την εταιρία του Όριεντ Εξπρές, με σκοπό να μένουν εκεί όσοι ταξίδευαν με αυτό.
Βέβαια, επειδή ο σκοπός του ταξιδιού ήταν το 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Κωνσταντινούπολης (1-14 Απριλίου), έπρεπε να φροντίσω να επισκεφτώ το χώρο υποδοχής του φεστιβάλ που βρίσκεται στο υπερπολυτελές ξενοδοχείο Μαρμαρά, ακριβώς στην πλατεία Ταξίμ.
Ο Πάνος και ο κυρ Γιώργος
Ανηφορίζοντας για να βγω στην οδό Ιστικλάλ, τον περίφημο πεζόδρομο με το γραφικό τραμάκι που τον διασχίζει, πέρασα από τη βρετανική πρεσβεία. Εκεί ακόμη γίνονται επισκευές μετά από τη βομβιστική επίθεση που έγινε πριν από τρία χρόνια εναντίον της. Κι απέναντι ακριβώς, βρίσκεται η μπυραρία του Πάνου. Ιδιοκτήτης της ένας Έλληνας της Κωνσταντινούπολης, ο Πάνος Παπαδόπουλος, όπου μπορεί κανείς να γευτεί εξαιρετικά φαγητά, να πιει κρασί και φυσικά, άπειρες μπύρες.
Εκεί κοντά, σε ένα δρόμο μέσα στην αγορά, κάτι σαν τη Μοδιάνο, βρίσκεται και η ταβέρνα Ίμβρος. Ιδιοκτήτης της ο ηλικιωμένος κύριος Γιώργος, έλληνας από την Ίμβρο. Θαυμάσιοι μεζέδες και ο κύριος Γιώργος να σου μιλά νοσταλγικά για τα παλιά, να δηλώνει ικανοποιημένος από το παρόν αλλά να μην μπορεί να κρύψει την πίκρα του που τα δυο του παιδιά ζουν πλέον στην Ελλάδα και αυτός έχει απομείνει μόνος με τη γυναίκα του.
Στο γραφείο του φεστιβάλ πρόσωπα χαμογελαστά, ευγενικά, με το φίλο Ουστουνγκέλ Ινάντς, υπεύθυνο για τους ξένους δημοσιογράφους, να προλαβαίνει να ικανοποιήσει κάθε επιθυμία σου. Με το υλικό του φεστιβάλ υπό μάλλης αράζω σ’ ένα υπαίθριο καφέ. Στην Τουρκία εάν δεν πιεις τσάι, όπως κάνουν οι ντόπιοι, τότε μάλλον δεν έχεις καταλάβει πού βρίσκεσαι. Έτσι παραγγέλνω ένα τσάι και αποφασίζω να μελετήσω το πρόγραμμα για να τσεκάρω ποιες ταινίες θέλω να δω. Στόχος μου είναι να παρακολουθήσω όλο το τουρκικό διαγωνιστικό τμήμα, για να αποκτήσω μια άποψη για τον κινηματογράφο των γειτόνων μας. Σύντομα βρίσκομαι στο σκοτάδι του κινηματογράφου Μπέγιογλου και ο μαραθώνιος ξεκινά.
Ανάμεσα σε δυο ηπείρους
Η κρουαζιέρα στο Βόσπορο είναι η καθιερωμένη προσφορά του φεστιβάλ προς τους προσκεκλημένους. Το λεωφορείο ξεκινά από το Ταξίμ για να κατηφορίσει στο μώλο που βρίσκεται στην περιοχή Μπεσίκτας, πολύ κοντά στο γήπεδο της ομώνυμης ομάδας. Το βαποράκι είναι έτοιμο και μόλις ξεκινά αρχίζει το φαγοπότι. Πλούσιος μπουφές, υπέροχο κρασί, αλλά ακόμη πιο όμορφη η Πόλη να τη θαυμάζεις από τη θάλασσα. Κι έχει και έναν θαυμάσιο καιρό, ό, τι πρέπει για κρουαζιέρα.
Πηγαίνουμε προς τα ΒΑ, προς την κατεύθυνση της Μαύρης Θάλασσας, κοντά στην ασιατική ακτή. Όμορφη περιοχή και κατά πώς φαίνεται, όχι και τόσο προσιτή για το λαό. Περνάμε κάτω από τη μεγάλη κρεμαστή γέφυρα που ενώνει την Ευρώπη με την Ασία και γυρίζουμε για την επιστροφή προσεγγίζοντας αυτή τη φορά την ευρωπαϊκή ακτή. Τα βυζαντινά τείχη, το Καράκιοϊ με τα καφέ, τα μπαρ και τα εστιατόρια, το περίφημο παλάτι Ντολμά Μπαχτσέ. Ο ήλιος και το κρασί βάρυναν το κεφάλι, αλλά το καθήκον παραμένει καθήκον, κι έτσι η συνέχεια με βρίσκει πάλι μέσα στον κινηματογράφο.
Μπροστά στην Ιστορία
Η επόμενη μέρα περιλαμβάνει ξενάγηση στην πόλη. Η Αγία Σοφία εντυπωσιάζει, νιώθεις την ιστορία να σου μιλάει. Το Μπλε τζαμί, σχεδόν απέναντι, αποτελεί ένα θαυμάσιο δείγμα οθωμανικής αρχιτεκτονικής. Το υπόγειο υδραγωγείο του Ιουστινιανού προκαλεί δέος. Το περίφημο παλάτι Τοπ Καπί με τους θησαυρούς του δεν μπορεί να σε αφήσει ασυγκίνητο. Και τέλος, η διάσημη σκεπαστή αγορά, το Καπαλί Τσαρσί, όπου μπορείς να αγοράσεις ό, τι τραβάει ο οργανισμός σου, φυσικά με το απαραίτητο παζάρι! Στην επιστροφή κοιτάζω το ρολόι μου. Έχω λίγο χρόνο πριν χωθώ ξανά στη σκοτεινή αίθουσα και αποφασίζω να τον ξοδέψω στο «Μεφίστο», ένα βιβλιοπωλείο - δισκοπωλείο επί της Ιστικλάλ, απέναντι από την ελληνική πρεσβεία, για να αγοράσω μερικά cd. Η Τουρκία, για τους μη γνωρίζοντες, αποτελεί ένα μουσικό θησαυρό.
Το βράδυ η παρέα έχει κέφι για τσάρκα. Αφού φάγαμε στο γνωστό εστιατόριο Χατζήμπαμπα, αποφασίσαμε να ακούσουμε παραδοσιακή μουσική. Σ’ ένα από τα καλύτερα μαγαζιά της περιοχής που βρισκόμαστε, το «Ντελί Μαβί».
Το σινεμά ήταν παρών
Οι μέρες περνούν πολύ γρήγορα στην Κωνσταντινούπολη. Φτάσαμε κιόλας στην τελετή λήξης του φεστιβάλ, την οποία λάμπρυναν με την παρουσία τους δύο μεγάλα ονόματα του ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Ο Ζεράρ Ντεπαρτιέ και η Κατρίν Ντενέβ. Ο πρόεδρος της διεθνούς κριτικής επιτροπής, γάλλος σκηνοθέτης Ζαν Πολ Ραπενό, ανακοινώνει το βραβείο, τη Χρυσή Τουλίπα, η οποία πηγαίνει στον βρετανό Μάικλ Γουίτερμποτομ για την ταινία «Μια ιστορία του κόκορα και του ταύρου».
Στο εθνικό τμήμα, η Χρυσή Τουλίπα πηγαίνει, δικαίως κατά την άποψή μου, στην ταινία «5 φορές» του Ρεχά Ερντέμ. Το βραβείο σκηνοθεσίας πηγαίνει στον Κουτλούγ Αταμάν για την ταινία «Δυο κορίτσια», που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ τον περασμένο Νοέμβριο, στο οποίο ήταν παρών και ο σκηνοθέτης. Η Διεθνής Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου βράβευσε τις ίδιες ταινίες. Κανείς δεν γκρίνιαξε, στο πάρτι της λήξης περάσαμε όλοι καλά και αποχαιρετήσαμε την καλλιτεχνική διευθύντρια Χούλια Ουτσάνσου, η οποία μετά από 24 χρόνια παρέδωσε τη σκυτάλη στη στενή συνεργάτιδα Αζίζε Ταν. Πάνω από 250 ταινίες στα πολυάριθμα τμήματα του φεστιβάλ, έξι αίθουσες, κοσμοσυρροή στις προβολές, λαμπρές παρουσίες.
Την επόμενη μέρα πήρα το τρένο της επιστροφής. Μόνο που δεν είμαι σίγουρος αν επέστρεψα ακόμη…